Η τέχνη είναι ένας συνδυασμός εμπειρίας και μυστηρίου. Η δεξιοτεχνία, η γνώση της τεχνικής είναι πάντα απαραίτητες, όπως επίσης είναι η γνώση της ιστορίας και της παράδοσης στις οποίες βασίζονται. Αυτό όμως που καθορίζει τελικά τη διαφορετικότητα και την αξία ενός καλλιτέχνη είναι το μυστήριο, η δυναμική του ανθρώπινου μυστηρίου που το έργο του είναι ικανό να συμπυκνώσει και να μεταδώσει.
Η Σούλα Ρεπάνη ζωγραφίζει από τα σωθικά της, από το μυστήριο της ύπαρξης, της ζωής και του υλικού που ανέκαθεν κινούσε την σκέψη των πρώτων φιλοσόφων. Η ζωγραφική της αναδύεται από την στενή σχέση της με την πραγματικότητα, από το μείγμα δηλαδή ζωής, τύχης και χρόνου. Με την εικαστική πολυφωνία ρυθμών, γραμμών, χειρονομιών και τόνων δημιουργείται μια αυθεντική ατμόσφαιρα η οποία δεν προέρχεται από την άμεση γνώση, αλλά από μια απόμακρη δίοδο, εντοπισμένη στην αρχεγονία σχεδόν του κόσμου, στο τελευταίο τείχος της θύμησης, εκεί που κατοικεί η αχανής μνήμη του άγνωστου και η οποία μας αποκαλύπτεται μονάχα στην παιδική ηλικία, στα όνειρα ή στο παραλήρημα, τρεις χώροι όπου τόσοι καλλιτέχνες αποφάσισαν να χτίσουν το σπίτι τους.
Παρόλ αυτά, για την Σούλα αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η αυθεντικότητα. Ξέρει ότι για να φτάσει στην ουσία των πραγμάτων, χρειάζεται να εμβαθύνει πέρα από το επιφανειακό στρώμα των αξιών και της πίστης, με τις οποίες έχουμε φτιάξει τη μεταμφίεση της προσωπικότητάς μας. Ξέρει ότι η λέξη <<πρόσωπον>> στα ελληνικά σημαίνει <<μάσκα>>. Καθ όσον δεν ανακαλύπτουμε ποιοί είμαστε, δε μπορούμε να βρούμε το αληθινό νόημα του κόσμου. Επίσης ξέρει ότι η χρήση συμβόλων και μυθολογικών στοιχείων δεν είναι μια απλή θεματική μνεία, ούτε η μεταβίβαση ξένων εμπειριών, αλλά ότι πρέπει να είναι βιωμένη και αμεταβίβαστη. Στην πραγματικότητα, το σύμβολο είναι ένα από τα κλειδιά που έχουν σημασία στην ζωγραφική της όπου, κατά κάποιον τρόπο, όλα είναι σύμβολα. Τα νερά και τα σύννεφα που διασχίζουν τοπία αναδυόμενα από το συναίσθημα. Τα δέντρα εμποτισμένα με μαύρη σκιά. Τα αντικείμενα που εκδηλώνονται σα μαρτυρίες γεμάτες αναπόληση. Οι ανθρώπινες φιγούρες που απλώς βρίσκονται εκεί, σπορείς που διασχίζουν τους κάμπους, ένας σκύλος ( ξάδερφος εκείνου του Γκόγια) που περνάει, αγγελικοί ποδηλάτες ή αινιγματικές παρουσίες που γεννιούνται από μια αφηρημένη μάζα. Το χρώμα μάλιστα σχεδόν πάντα μετρημένο, ενισχύει την συμβολική του διάσταση στη δύσκολη προσπάθεια της ισορροπίας, μέτρου και αρμονίας, που συμβάλλουν στο να επανθίζει στο έργο της Σούλας Ρεπάνη η πλούσια καλλιτεχνική παράδοση, παρούσα από τα χρόνια των σπουδών της, από τις τοιχογραφίες μέχρι τις βυζαντινές εικόνες, όπου έχει τεράστια σημασία η σωστή χρησιμοποίηση των υλικών, καθώς και η κατάλληλη σχέση μεταξύ των διαδοχικών στρωμάτων του χρώματος. Θυμάμαι τους πρώτους πίνακές της που είχα δει, φιαγμένους με χαρακτηριστική μαεστρία και ηρεμία, που μου θύμιζαν την ατμόσφαιρα των έργων του Piero della Francesca. Υπήρχε και εξακολουθεί να υπάρχει κάτι το ενδόμυχο, το προσωπικό σ αυτήν την ζωγραφική και στον ιδιαίτερα ποιητικό χαρακτήρα της, όπου η Φύση εμφανίζεται με όλη την πνευματική της γαλήνη. Αυτή η ηρεμία που εμποτίζει τη ζωγραφική της, μεταδίδει μια ατμόσφαιρα αισθητής μοναξιάς που μαγνητίζει και εντυπωσιάζει συγχρόνως. Στην τεχνική της η καλλιτέχνης εξακολουθεί να προτιμάει σιωπηλούς και μαζεμένους χρωματισμούς, τόσο συγγενικούς με τη βαθειά πρόθεση των έργων της, ενώ θεματικά και παρά την παραστατική της πρόθεση η ζωγραφική της Σούλας απορρίπτει τα συμπτωματικά στοιχεία της Φύσης, χωρίς να αποποιείται τον περιγραφικό τόνο, όμως με τέτοια δύναμη που θυμίζει την σχηματική ακρίβεια κάποιας αφηρημένης τέχνης. Τελευταία, παρόλ’αυτά, πίσω από τις ήρεμες και απλές φόρμες που πάντα χαρακτήριζαν το έργο της, εμφανίζεται ένας κόσμος γεμάτος συγκίνηση. Πολλά από τα έργα της φαίνεται να υιοθετούν τη λυρική μορφή της ελεγείας. Επιζεί ο κλασσικός τόνος, αλλά όπως συμβαίνει με τους βοσκούς της Αρκαδίας στον γνωστό πίνακα του Poussin, εμφανίζεται το δράμα μόλις ανακαλύπτουν την ανησυχητική επιγραφή Et in Arcadia ego.
Η Αρκαδία είναι ένα μέρος της Ελλάδας, αλλά για μας είναι αυτός ο ιδεαλιστικός κόσμος που, όπως ξέρουμε μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε. Στο θυελλώδη Ατλαντικό ή στη μπλε Μεσόγειο, στο Ταμαλιάνκος ή στην Αθήνα… Την Αρκαδία την φέρουμε μέσα μας, γι αυτό και τα αρκαδικά τοπία είναι πάντα ένα βλέμμα στα ενδότερα της ψυχής, οπτασίες της ψυχής όπου το μόνο που παραμένει είναι η ουσία του κόσμου, το τοπίο της ψυχής. Και παραμένει κατά συνέπεια η πίστη. Πίστη στην ίδια τη ζωή, πίστη σε μια εποχή, πίστη σε αξίες που έχουμε αποδεχτεί σαν ιδρυτές μιας τέχνης, που κοθόλη τη διάρκεια της σύγχρονης εποχής ψάχνεται αμφισβητώντας μονίμως τον ίδιο της τον εαυτό.
Manolo Figueiras